Η αντιμετώπιση του παχύσαρκου παιδιού και εφήβου
Δρ Γεώργιος Πανοτόπουλος, Ειδικός Παθολόγος-Διατροφολόγος Διδάκτωρ ΕΚΠΑ SCOPEObesityInternationalFellow & Instructor
Η παιδική και εφηβική παχυσαρκία είναι ένα μείζον πρόβλημα Υγείας με ισχυρά αυξητικές τάσεις σε όλο τον κόσμο και ιδίως στις βιομηχανικές κοινωνίες.
Παγκοσμίως, 10% των παιδιών 5-17ετών (155.000.000) είναι υπέρβαρα, ενώ 45.000.000 είναι παχύσαρκα. Η επίπτωση της παχυσαρκίας είναι σχεδόν διπλάσια (18%) στην εφηβεία (12-19 ετών). Στις ΗΠΑ το 1/3 των παιδιών και των εφήβων είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα.
Η γενετική είναι υπεύθυνη σ’ ένα σημαντικό ποσοστό, ενώ οι περιβαλλοντικοί παράγοντες (διατροφή, σωματική δραστηριότητα και ψυχοκοινωνικές παράμετροι) συντελούν στην εμφάνιση της παχυσαρκίας στα άτομα με τα προδιαθεσικά γονίδια. Η παιδική και εφηβική ηλικία είναι πολύ κρίσιμη περίοδος για την πρόληψη και τη θεραπεία της παχυσαρκίας των ενηλίκων. 20-50% των παιδιών και 50-80% των εφήβων που είναι παχύσαρκοι, θα παραμείνουν παχύσαρκοι και στην ενήλικη ζωή. Η παχυσαρκία είναι το κύριο αίτιο για την εμφάνιση του Μεταβολικού Συνδρόμου στα παιδιά και τους εφήβους που έχει ως συνέπεια την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου στους ενήλικες ήδη από την τρίτη δεκαετία της ζωής.
Οι επιπλοκές της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας είναι σωματικές, κυρίως καρδιοαναπνευστικές, μεταβολικές, μυοσκελετικές, αλλά και ψυχοκοινωνικές.
Οι στόχοι της σύγχρονης θεραπείας της Παχυσαρκίας είναι: η απώλεια του βάρους, η θεραπεία των συνυπαρχουσών επιπλοκών, η σταθεροποίηση του βάρους και η πρόληψη της αύξησης του βάρους. Η επανάκτηση του σωματικού βάρους είναι φυσιολογική λόγω των πολλαπλών μηχανισμών οι οποίοι συντηρούν την παχυσαρκία και είναι βιολογικοί, ψυχολογικοί και συμπεριφορικοί.
Οι θεραπευτικές στρατηγικές πρέπει να είναι πολλαπλές και εξατομικευμένες και να λαμβάνουν υπόψη ότι πρόκειται για μια χρόνια νόσο με μεγάλη ετερογένεια στην παθοφυσιολογία και την κλινική εικόνα. Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής δεν είναι πλέον οι «υγιεινοδιαιτητικές οδηγίες» και η «σωστή δίαιτα» αλλά η τροποποίηση της διατροφικής συμπεριφοράς, η συστηματική σωματική δραστηριότητα και πιο συνολικά η αλλαγή στην προσωπική και κοινωνική συμπεριφορά. Η υποστήριξη και η παρακολούθηση των παχύσαρκων ασθενών είναι εξίσου σημαντικές με την επιλογή των μεθόδων και των θεραπευτικών οδηγιών. Ο ρόλος της οικογένειας είναι καθοριστικός.
Ωστόσο, είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι το παιδί, πόσο μάλλον ο έφηβος, δεν είναι ενήλικος σε μικρογραφία.
Δεν υπάρχει σήμερα φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας.
Η βαριατρική χειρουργική είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση της νοσογόνου και επιπλεγμένης παχυσαρκίας παρ’ ότι είναι επεμβατική και παρηγορητική μέθοδος. Αφορά ένα πολύ περιορισμένο αριθμό εφήβων με νοσογόνο παχυσαρκία. Επιπλέον, έχει δύο προϋποθέσεις: η ομάδα των θεραπευτών πρέπει να είναι εξαιρετικά πεπειραμένη και η διατροφική παρακολούθηση πρέπει να είναι δια βίου.
Το Σύστημα Υγείας υπολείπεται σε κατάλληλες δομές και έχει έλλειψη γιατρών εξειδικευμένων στην παχυσαρκία. Η συμμετοχή νοσηλευτών, ψυχολόγων, διαιτολόγων και εργοφυσιολόγων στη θεραπευτική ομάδα πρέπει να θεσμοθετηθεί όπως επίσης και η δημιουργία κέντρων αναφοράς για την παχυσαρκία. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας είναι συχνά προβληματική λόγω έλλειψης υλικοτεχνικής υποδομής προσαρμοσμένης στις ιδιαιτερότητες της νόσου.