Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής: Νευρογενής Ανορεξία
Νικόλαος Χαλιάσος, Καθηγητής Παιδιατρικής Τμήμα Ιατρικής, Σχολή Επιστημών Υγείας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Η Νευρογενής Ανορεξία (Ν.Α) ανήκει στις διαταραχές πρόσληψης της τροφής και είναι η πιο σοβαρή από αυτές.
Είναι χρόνια υποτροπιάζουσα διαταραχή, είναι συχνότερη στις γυναίκες, εμφανίζει συννοσηρότητα με άλλες ψυχικές διαταραχές και η έναρξη είναι συνήθως στην εφηβική ηλικία. Είναι σοβαρή ψυχοπαθολογική κατάσταση και η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική. Πολλές φορές η Ν.Α εναλλάσσεται με ψυχογενή βουλιμία (Ψ.Β). Η επίπτωση είναι 0.37-1.3%, αναλογία ανδρών:γυναικών είναι 1/10 με μεγαλύτερη συχνότητα στην εφηβεία. Υπερτερεί η Καυκάσια φυλή.
Ο γενετικός παράγων είναι ισχυρός (12πλάσια πιθανότητα αν υπάρχει πάσχον άτομο στην οικογένεια) και το γονίδιο εδράζεται στο χρωμόσωμα 12.
Οι πάσχοντες είναι τελειοθηρικοί, υψηλής νοημοσύνης με συναισθηματική αστάθεια και συχνά με ιστορικό ψυχολογικού τραύματος. Έχουν παθολογική αντίληψη εικόνας του σώματός τους, και ψυχαναγκαστική συμπεριφορά. Υπάρχει δυσλειτουργική οικογένεια, έχουν ανθυγιεινές συνθήκες διατροφής (ποιότητα, ποσότητα, lightτροφές, διαταραγμένη διατροφική συμπεριφορά). Είναι δύο τύποι: ο περιοριστικός και ο καθαρτικός (εκτός από μείωση της τροφής περιλαμβάνει και εμέτους, κατάχρηση καθαρτικών και διουρητικών).
Υπάρχουν κριτήρια για τη διάγνωση της Ν.Α:
·βάρος σώματος <85% του υπολογιζόμενου
·απουσία τριών κύκλων έμμηνου ρύσης
·διαταραχή εικόνας σώματος
Η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική, παράγοντες προδιαθεσικοί, εκλυτικοί και επιβαρυντικοί. Μεγάλο ρόλο (αρνητικό ή θετικό) παίζει η οικογένεια. Κλινικά είναι άτομα ισχνά με δέρμα ξηρό, ωχρό, ωχροκίτιρινο χνούδι, με εμφανή έλλειψη λίπους και μυικής μάζας.
Εργαστηριακά έχουμε διαταραχές σοβαρές αιματολογικές, μεταβολικές και ορμονολογικές από όλα τα συστήματα. Παρατηρείται συννοσηρότητα με άλλα νοσήματα (κυστική ίνωση, Σ.Δ τύπου Ι κ.α.).
Η θεραπεία είναι θέμα ομάδας ειδικών (παιδίατρος, παιδοψυχίατρος, ψυχολόγος, διαιτολόγος, κοινωνικός λειτουργός) και είναι μακρά και επίπονη. Η θνητότητα, σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό είναι πολύ υψηλή (20% αθροιστικά στις σοβαρές περιπτώσεις).