Ανάγκες σε σίδηρο και αντιμετώπιση της σιδηροπενίας
Λυδία Κόσσυβα Επικ. Καθηγήτρια Παιδιαρικής Β’Παιδιατρική Κλινική Παν/μίου Αθηνών Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α Κυριακού»
Εισαγωγή
Ο σίδηρος αποτελεί βασικό μέταλλο της μεταβολικής διαδικασίας και η επάρκειά του είναι σημαντική στην ομοιοστασία του ανθρώπινου οργανισμού. Αποτελεί βασικό δομικό συστατικό της αιμοσφαιρίνης και των κυττοχρωμάτων ενώ συμμετέχει και σε πολλά μεταβολικά μονοπάτια όπως η μεταφορά οξυγόνου, η σύνθεση DNA και η μεταφορά ηλεκτρονίων. Η απορρόφηση του σιδήρου γίνεται στο δωδεκαδάκτυλο και από εκεί μεταφέρεται στην κυκλοφορία συνδεδεμένος με την τρανσφερίνη. Η περίσσεια σιδήρου αποθηκεύεται κυρίως στο ήπαρ. Βασικό αποθηκευτικό μόριο είναι η φερριτίνη.
Το συνολικό ποσό σιδήρου στον οργανισμό, υπο φυσιολογικές συνθήκες είναι περίπου 5 – 6 gr. Το μεγαλύτερο ποσοστό του σιδήρου βρίσκεται στην αιμοσφαιρίνη (2,5 gr), ενώ 1 gr βρίσκεται αποθηκευμένο στη φερριτίνη ή την αιμοσιδηρίνη του ήπατος, του μυελού των οστών και του σπληνός. Το υπόλοιπο βρίσκεται σε άλλες σιδηρούχες ενώσεις όπως είναι η μυοσφαιρίνη, τα κυτοχρώματα και οι καταλάσες.
Το μεγαλύτερο ποσοστό του σιδήρου που χρειάζεται καθημερινά ο οργανισμός ανακυκλώνεται από τα μακροφάγα και αποδίδεται εκ νέου στο μυελό προς αιμοποίηση. Το μικρό ποσοστό της καθημερινής φυσιολογικής απώλειας από τα κύτταρα του εντερικού επιθηλίου αναπληρώνεται με απορρόφηση αντίστοιχης ποσότητας σιδήρου από την τροφή. Σε φυσιολογικές συνθήκες το ισοζύγιο του σιδήρου ρυθμίζεται από τα επιθηλιακά κύτταρα του δωδεκαδακτύλου και της ανώτερης μοίρας της νήστιδας. Η απορρόφηση του σιδήρου από τα εντεροκύτταρα εξαρτάται από τα επίπεδα του αποθηκευμένου σιδήρου, το ρυθμό ερυθροποίησης και τη βιοδιαθεσιμότητα του σιδήρου της τροφής. Ο σίδηρος στις τροφές βρίσκεται σε «αιμική» και «μη αιμική» μορφή. Η «αιμική» μορφή του σιδήρου περιέχεται στο κρέας, τα πουλερικά και τα οστρακοειδή και έχει μεγαλύτερη βιοδιαθεσιμότητα σε σχέση με τη «μη αιμική» μορφή που βρίσκεται στα φρούτα, τα λαχανικά και τα δημητριακά της οποίας η απορρόφηση αυξάνεται με τη συγχορήγηση ασκορβικού οξέος. Στις δυτικού τύπου δίαιτες, η ημερήσια περιεκτικότητα του σιδήρου υπολογίζεται σε 15 mg από τα οποία απορροφούνται τα 1-2mg. Τα 2/3 του σιδήρου προέρχονται από ανακύκλωση του σιδήρου της αίμης ενώ το 1/3 αποδίδεται από τον ανόργανο σίδηρο. Η φυσιολογική ημερήσια απώλεια σιδήρου υπολογίζεται σε 1mg για τους άνδρες ενώ για τις γυναίκες αυξάνεται κατά 1 mg επιπλέον λόγω των απωλειών από την έμμηνο ρύση.
Ανάγκες σιδήρου κατά την εφηβεία
Η εφηβεία είναι ιδιαίτερη περίοδος χαρακτηριζόμενη από επίταση του ρυθμού αύξησης. Ειδικότερα αυξάνεται η μυική και οστική μάζα καθώς και ο όγκος του αίματος. Ο ταχύς ρυθμός αύξησης, η έντονη άθλητική δραστηριότητα καθώς ,οι διατροφικές παρεκκλίσεις που συχνά εμφανίζουν οι έφηβοι τους καθιστούν επιρρεπείς στην εμφάνιση στερητικού τύπου αναιμιών, με συχνότερη τη σιδηροπενική αναιμία. Στην επίταση της αναιμίας αυτής συμβάλλει συχνά και το φαινόμενο των μηνορραγιών που ταλαιπωρούν αρκετά τα κορίτσια ιδιαιτέρως κατά τα πρώτα χρόνια της εφηβείας. Ως αναιμία ορίζεται η πτώση της αιμοσφαιρίνης, του αιματοκρίτη και του συνολικού αριθμού ερυθρών αιμοσφαιρίνω πάνω από δύο σταθερές αποκλίσεις (-2SD) για την ηλικία και το φύλο. (πίνακας 1)
Η σιδηροπενία αποτελεί τη συχνότερη διατροφική διαταραχή και αιτία αναιμίας στις αναπτυγμένες χώρες αλλά και αναπτυσσόμενες χώρες.
Σιδηροπενική αναιμία
Στις δυτικού τύπου δίαιτες, η ημερήσια περιεκτικότητα του σιδήρου υπολογίζεται σε 15 mg από τα οποία απορροφούνται τα 1-2mg. Τα 2/3 του σιδήρου προέρχονται από ανακύκλωση του σιδήρου της αίμης ενώ το 1/3 αποδίδεται από τον ανόργανο σίδηρο. Η φυσιολογική ημερήσια απώλεια σιδήρου υπολογίζεται σε 1mg για τους άρρενες εφήβους ενώ για τις έφηβες αυξάνεται κατά 1 mg επιπλέον λόγω των απωλειών από την έμμηνο ρύση.
Διαταραχές τόσο της πρόσληψης όσο και της απορρόφησης του σιδήρου καθώς και οι αυξημένες απώλειες λόγω της έμμηνης ρύσης σε συνδυασμό με τις αυξημένες ανάγκες (αθλητισμός, εγκυμοσύνη, επίταση της αύξησης) αποτελούν τις κύριες αιτίες εμφάνισης σιδηροπενίας και σιδηροπενικής αναιμίας κατά την εφηβική ηλικία.
Πίνακας 1: Φυσιολογικές τιμές Hb και Ht στους εφήβους
|
Από τον εργαστηριακό έλεγχο με γενική αίματος διαπιστώνεται η παρουσία υπόχρωμης μικροκυτταρικής αναιμίας σε συνδυασμό με χαμηλή τιμή φερριτίνης και αυξημένη σιδηροδεσμευτική ικανότητα (TIBC). Οι σημαντικότερες αιματολογικές παράμετροι που χαρακτηρίζουν τη σιδηροπενική αναιμία είναι οι ακόλουθες:
·MCV < 77 fL
· MCH < 26 pg
· RDW > 15%
· Φερριτίνη < 12 μg/L (ειδικότητα 99% για την διάγνωση σιδηροπενίας)
·CHr < 27 pg
· Κορεσμός τρανσφερρίνης < 15%
· TIBC > 350 μg/dl
· sTfR >3 mg/L
Η αντιμετώπιση της σιδηροπενίας – σιδηροπενικής αναιμίας βασίζεται σε μέτρα πρόληψης και θεραπείας
α) Πρόληψη σιδηροπενίας – σιδηροπενικής αναιμίας
Η πρόληψη της σιδηροπενίας και σιδηροπενικής αναιμίας βασίζεται σε μέτρα διαιτητικά και ανιχνευτικό εργαστηριακό έλεγχο. Οι έφηβοι όπως προαναφέρθηκε αποτελούν ομάδα με ιδιαιτερότητες τόσο ως προς τη συμμόρφωση σε συγκεκριμένες διαιτητικές οδηγίες όσο και ως πρός τη διάθεση συμμετοχής σε προληπτικό ανιχνευτικό έλεγχο.
Με βάση τις συστάσεις της Αμερικανικής Παιδιατρικής Εταιρείας προτείνεται προληπτικός αιματολογικός έλεγχος των αρρένων μεταξύ των 11-21 ετών ενώ για τις έφηβες ο έλεγχος πρέπει να γίνεται ετησίως από την έναρξη της έμμηνης ρύσης.
β) Θεραπεία σιδηροπενικής αναιμίας
Η θεραπεία της σιδηροπενικής αναιμίας γίνεται με χορήγηση σκευασμάτων σιδήρου κυρίως από το στόμα. Το συχνότερα χρησιμοποιούμενο σκεύασμα είναι ο θειϊκός σίδηρος. ΄Αλλα σκευάσματα σιδήρου οι τρισθενείς και σύμπλοκες ενώσεις. Επιπλέον ενθαρρύνεται η πλούσια σε σίδηρο και βιταμίνη C διατροφή. Σε ειδικές περιπτώσεις όπως είναι τα σύνδρομα δυσαπορρόφησης, τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, η χορήγηση παρεντερικής διατροφής ή η ελλιπής συμμόρφωση του ασθενούς κρίνεται σκόπιμη η παρεντερική χορήγηση σιδήρου.
Θεραπεία από του στόματος: Δοσολογία: 5-6mg/kg βσ/24ωρο (στοιχειακού σιδήρου) ή 60 mg για 1-2 φορές/ημέρα για τρεις μήνες.
Το αποτέλεσμα και η συμμόρφωση στη θεραπεία ελέγχεται με προσδιορισμό της τιμής της αιμοσφαιρίνης ένα μήνα μετά την έναρξη της θεραπείας ενώ η πλήρωση των αποθηκών ελέγχεται στους 3 μήνες.
Ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν οι έφηβοι αθλητές οι οποίοι εμφανίζουν την “αναιμία της άσκησης” τόσο λόγω μικροαπωλειών όσο και λόγω αυξημένων αναγκών. Στην κατηγορία αυτή η σωστή διατροφή είναι σημαντική για την πρόληψη της σιδηροπενίας. Ορισμένοι συνιστούν για τη συγκεκριμένη ομάδα προληπτική χορήγηση 100 mg στοιχειακού σιδήρου ημερησίως κατά τις περιόδους της εντατικής προπόνησης.
Οι έφηβοι με σιδηροπενική αναιμία μη ανταποκρινόμενοι ικανοποιητικά στη θεραπεία πρέπει να ελέγχονται ως προς τη συμμόρφωση και την πιθανή παρουσία άλλων καταστάσεων.
Συμπερασματικά η εφηβεία αποτελεί ηλικιακή περίοδο μεγάλων μεταβολών τόσο ψυχολογικών όσο και σωματικών. Η επαρκής πρόσληψη σιδήρου και η έγκαιρη ανίχνευση παιδιών υψηλού κινδύνου για εμφάνιση σιδηροπενίας και σιδηροπενικής αναιμίας είναι σημαντική καθώς η σιδηροπενική αναιμία είναι συστηματικό νόσημα επηρεάζει τόσο τις σωματικές όσο και τις πνευματικές λειτουργίες.