Ελεύθερες Ανακοινώσεις (Ε.Α.33 - Ε.Α.39)
Ε.Α. 33
ΕΦΗΒΟΙ ΚΑΙ ΒΙΑΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ
Κ. Κάτσος, Σ. Παπαδόδημα, Χ. Σπηλιοπούλου
Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας
Ιατρική Σχολή, Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Εισαγωγή: Βίαιος είναι ο θάνατος που επέρχεται λόγω της επίδρασης ενός εξωτερικού παράγοντα που προκάλεσε αποστέρηση ενός στοιχείου απαραίτητου για τη ζωή ή αντίθετα υπέρμετρη δράση, ή που προκάλεσε κάκωση ή δηλητηρίαση ή μεταβολή των συνθηκών του περιβάλλοντος ασυμβίβαστη με τη ζωή. Στα περιστατικά βίαιων θανάτων διενεργείται πάντα ιατροδικαστική νεκροψία-νεκροτομή, με σκοπό τη διερεύνηση του τριπτύχου «έγκλημα-αυτοκτονία-τυχαίο γεγονός» και την ουσιαστική υποβοήθηση της Δικαιοσύνης.
Μέθοδος - Υλικό: Μελέτη των βίαιων θανάτων εφήβων και νεαρών ενηλίκων (έως 19 ετών) που διερευνήθηκαν από το Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών την εξαετία 2011-2016.
Αποτελέσματα: Κατά το διάστημα 2011-2016 διενεργήθηκε νεκροψία-νεκροτομή σε 58 άτομα ηλικίας από 13 έως 19 ετών. Στη συντριπτική πλειοψηφία αυτών των περιστατικών (81%) ο θάνατος χαρακτηρίστηκε βίαιος, με το 59,6% εξ αυτών να οφείλεται σε κάποιο οδικό τροχαίο ατύχημα. Σε άλλα 8 περιστατικά ο θάνατος θεωρήθηκε τυχαίο γεγονός, μεταξύ των οποίων τέσσερις θάνατοι σχετιζόμενοι με χρήση ηρωίνης, δύο πνιγμοί και μία ηλεκτροπληξία. Επίσης, κατεγράφησαν πέντε αυτοκτονίες, οι τέσσερις μέσω απαγχονισμού, καθώς και μία ανθρωποκτονία, ενώ υπήρχε και ένα περιστατικό θανάτου οφειλόμενο σε κακό ιατρικό χειρισμό.
Συμπέρασμα: Η συχνότερη αιτία θανάτου σε εφήβους στην περιοχή αρμοδιότητάς μας (Αστυνομικά Τμήματα, Τμήματα Τροχαίας, Πυροσβεστικά Τμήματα και Λιμεναρχεία της Βορειοανατολικής και Νοτιοανατολικής Αττικής) είναι τα οδικά τροχαία ατυχήματα. Πρόκειται, διαχρονικά, για ένα γνωστό φαινόμενο της ελληνικής πραγματικότητας, ενώ ακόμη πιο δυσάρεστο είναι το γεγονός ότι στην πλειοψηφία τους, τα περιστατικά αυτά θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί.
Ε.Α. 34
ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ: ΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
Κ.Κάτσος, Σ. Παπαδόδημα, Ά. Τσίτσικα, Χ. Σπηλιοπούλου
1Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
2Μονάδα Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ , Β' Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π.& Α. Κυριακού»
Εισαγωγή: Σύμφωνα με τον Παγκόσμιου Οργανισμό Υγείας (WHO) στην κακοποίηση των παιδιών περιλαμβάνονται όλες οι μορφές βίας (σωματική, συναισθηματική και σεξουαλική), καθώς και η παραμέληση και η εκμετάλλευση, τα οποία μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την πραγματική ή δυνητική βλάβη της υγείας και της αξιοπρέπειας του παιδιού, καθώς και τη διαταραχή της ανάπτυξής του. Οι έρευνες σχετικά με τη διερεύνηση του φαινομένου της κακοποίησης των παιδιών στην Ελλάδα είναι λιγοστές, γεγονός που δυσκολεύει την εκτίμηση της έκτασης του προβλήματος στην χώρα μας.
Μέθοδος - Υλικό: Μελέτη των περιστατικών των ανηλίκων θυμάτων καταγγελθείσας ενδοοικογενειακής βίας, η ιατροδικαστική διερεύνηση των οποίων ανατέθηκε στο Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κατά την πενταετία 2012-2016.
Αποτελέσματα: Από τις συνολικά 833 ιατροδικαστικές κλινικές εξετάσεις για περιστατικά καταγγελθείσας ενδοοικογενειακής βίας, οι 77 (9,2%) αφορούσαν σε περιστατικά με θύματα ανήλικους (33 αγόρια και 44 κορίτσια). Στη συντριπτική πλειοψηφία (90,9%) ο φερόμενος ως δράστης ήταν κάποιος εκ των γονέων, κυρίως ο πατέρας (64,3%). 36 παιδιά (46,7%) ήταν ηλικίας 6-12 ετών, ενώ υπήρχαν και 26 έφηβοι (33,8%), 13 νήπια (16,9%) και 2 βρέφη (2,6%). Σε 61 περιστατικά (79,2%), το αναφερόμενο συμβάν έλαβε χώρα σε κάποιον ιδιωτικό χώρο, κυρίως στην οικία του θύματος (57,1%), ενώ τουλάχιστον 28 ανήλικοι (36,3%) ανέφεραν και ανάλογα περιστατικά βίας στο παρελθόν. 18 εκ του συνόλου των θυμάτων (23,4%) χρειάστηκε να επισκεφθούν κάποια μονάδα περίθαλψης και παροχής πρώτων βοηθειών και 8 εξ αυτών κρίθηκαν ότι χρήζουν νοσηλείας.
Συζήτηση: Ηκακοποίηση ενός παιδιού -ιδίως από τους γονείς του- αποτελεί ένα τραυματικό γεγονός με άμεσες άλλα και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στηνψυχοκοινωνική εξέλιξη του παιδιού. Σημαντικό ρόλο στο φαινόμενο αυτό διαδραματίζει κάθε ιατρός και ιδίως οι παιδίατροι που έρχονται σε επαφή με το παιδί και μπορούν να διαγνώσουν εγκαίρως την κακοποίηση, μειώνοντας έτσι την πιθανότητα κλιμάκωσής της.
Ε.Α. 35
ΠΡΩΙΜΗ ΩΟΘΗΚΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ
Χ. Τζούμα, Β.Χατζηδάκη, Π. Μεσσαρόπουλος, Μ.Οικονόμου, Σ. Νεοφύτου, Ε. Δεληγεώρογλου, Σ. Καλανταρίδου
Μονάδα Πρώιμης Ωοθηκικής Ανεπάρκειας, Β΄ Μαιευτική & Γυναικολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, «Αρεταίειο» Νοσοκομείο
Εισαγωγή: Η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια είναι μία κατάσταση που αφορά το 1% των γυναικών ηλικίας μικρότερης των 40 ετών και χαρακτηρίζεται από αμηνόρροια, υπογονιμότητα και υπεργοναδοτροφικό υπογοναδισμό. Η μέση ηλικία αυτών των γυναικών είναι τα 32 έτη, ενώ στις μισές από αυτές υπάρχει διαλείπουσα ωοθηκική λειτουργία.
Υλικό-Μέθοδος: Στη Μονάδα Πρώιμης Ωοθηκικής Ανεπάρκειας του Αρεταιείου Νοσοκομείου της Β΄ Μαιευτικής και Γυναικολογικής κλινικής, κατά το έτος 2016, προσήλθαν 29 νέες περιπτώσεις πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας, ηλικίας από 19-42 έτη.
Αποτελέσματα: Από τις 29 γυναίκες οι 13 ήταν μικρότερες της ηλικίας των 32 ετών (45%). Όλες ήταν περιπτώσεις δευτεροπαθούς αμηνόρροιας και είχαν φυσιολογικό καρυότυπο. Στις 6 από τις 13 (46%) υπήρχε συνοδός υποθυρεοειδισμός, εκ των οποίων οι 4 ήταν αυτοάνοσης αιτιολογίας. Ως πρωταρχικό σύμπτωμα ήταν οι διαταραχές εμμήνου ρύσεως και συγκεκριμένα η αραιομηνόρροια στις 7 από τις 13 (54%), η αμηνόρροια στις 4 (31%) και οι εξάψεις στις 2 (15%). Όλες είχαν λάβει αντισυλληπτικά δισκία ως θεραπεία των διαταραχών εμμήνου ρύσεως. Μετά τον εργαστηριακό έλεγχο δόθηκε διαδερμική κυκλική ορμονική θεραπεία. Στο 1/3 αυτών εμφανίστηκε διαλείπουσα ωοθηκική λειτουργία.
Συμπεράσματα: Οι μισές περιπτώσεις πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας που προσήλθαν στην κλινική μας κατά το έτος 2016 ήταν ηλικίας μικρότερης των 32 ετών. Στο 46% των περιπτώσεων συνυπήρχε υποθυρεοειδισμός. Σε κάθε περίπτωση διαταραχών εμμήνου ρύσεως θα πρέπει να γίνεται εργαστηριακή διερεύνηση, ώστε να γίνεται έγκαιρα σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση.
Ε.Α. 36
ΚΙΣΠΕΠΤΙΝΗ ΟΡΟΥ ΣΕ ΕΦΗΒΕΣ ΜΕ ΨΥΧΟΓΕΝΗ ΑΝΟΡΕΞΙΑ ΚΑΙ ΑΝΗΜΟΡΡΟΙΑ: ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΤΟ ΔΕΙΚΤΗ ΜΑΖΑΣ ΣΩΜΑΤΟΣ
Β. Καρούντζος,Β. Ευθυμίου, Γ. Λάμπρου, Μ. Ροδανάκη, Ε. Στεργιώτη, Ε. Δεληγεώρογλου, Σ. Μαρκαντώνη-Κυρούδη, Φ. Μπακοπούλου
Ειδικό Κέντρο Εφηβικής Ιατρικής (Ε.Κ.Ε.Ι.) και Έδρα UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής, Χωρέμειο Ερευνητικό Εργαστήριο, Α' Παιδιατρική Κλινική Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», Αθήνα
Εργαστήριο Βιοφαρμακευτικής και Φαρμακοκινητικής, Τμήμα Φαρμακευτικής, Τομέας Φαρμακευτικής Τεχνολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Σκοπός: Η μέτρηση, για πρώτη φορά, συγκεντρώσεων κισπεπτίνης ορού σε έφηβες με ψυχογενή ανορεξία (ΨΑ) και αμηνόρροια και η διερεύνηση πιθανών συσχετίσεων της κισπεπτίνης με ανθρωπομετρικές, οστικές και ορμονικές παραμέτρους.
Μέθοδος: Έφηβες ηλικίας 12-20 ετών, με τυπική ή άτυπη ψυχογενή ανορεξία (σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια του DSM-5) καθώς και υγιείς έφηβες, που προσήλθαν στο Ειδικό Κέντρο Εφηβικής Ιατρικής και Έδρα UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής σε διάστημα τεσσάρων ετών (2012-2016), ενημερώθηκαν για τη δυνατότητα συμμετοχής τους στη μελέτη. Τα κριτήρια αποκλεισμού από τη μελέτη περιλάμβαναν προηγούμενο ιστορικό διαταραχής πρόσληψης τροφής, εγκυμοσύνη, άλλη συννοσηρή κατάσταση ή φαρμακευτική αγωγή. Σε κάθε συμμετέχουσα προσδιορίστηκαν οι ανθρωπομετρικοί δείκτες ύψος, βάρος και δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), η οστική πυκνότητα καθώς οι συγκεντρώσεις ορού για κισπεπτίνη, FSH, LH, οιστραδιόλη, προλακτίνη, TSH, free Τ4, Τ3 και 17-OH προγεστερόνη.
Αποτελέσματα: Συμμετείχαν συνολικά 37 έφηβες, 22 στην ομάδα των ασθενών με ΨΑ (17 με τυπική και 5 με άτυπη ΨΑ) και 15 υγιείς μάρτυρες στην ομάδα ελέγχου. Όλες οι έφηβες με τυπική ΨΑ είχαν δευτεροπαθή αμηνόρροια. Οι συγκεντρώσεις της κισπεπτίνης παρουσίασαν ευρεία διακύμανση (101,9-709,1 ng/L) μεταξύ των ασθενών, χωρίς στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων, αλλά με τάση υψηλότερων συγκεντρώσεων στις έφηβες με άτυπη ΨΑ. Οι έφηβες με τυπική ΨΑ είχαν στατιστικώς σημαντικά χαμηλότερες τιμές ΔΜΣ (P<0,001), z-score οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης (P=0,016), οιστραδιόλης (P<0,001), LH (P=0,016), προλακτίνης (P=0,034) και TSH (P=0,045) από τις υγιείς έφηβες. Είχαν επίσης σημαντικά χαμηλότερες τιμές ΔΜΣ (P=0,009) και TSH (P=0,027) από τις έφηβες με άτυπη ΨΑ. Παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση των συγκεντρώσεων κισπεπτίνης με το ΔΜΣ μόνο στις έφηβες με τυπική ΨΑ (r=-0,60, P=0,012).
Συμπεράσματα: Οι συγκεντρώσεις της κισπεπτίνης παρουσίασαν ευρεία διακύμανση και επικάλυψη μεταξύ ασθενών και μαρτύρων ενώ στις έφηβες με τυπική ΨΑ παρουσίασαν αρνητική συσχέτιση με το ΔΜΣ. Περισσότερες μελέτες είναι απαραίτητες ώστε να διερευνηθεί η φυσιολογία της κισπεπτίνης στην ψυχογενή ανορεξία.
Ε.Α. 37
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΣΕ ΝΕΕΣ (<25 ΕΤΩΝ) ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Δ. Νασίκας, Λ. Τζελβές, Δ. Μαρκουλή, Α. Κορωναίος, Α.Κορογιάννος, Δ. Τρυφωνόπουλος, Ε. Φιλόπουλος
Χειρουργική Κλινική Μαστού, Γ.Α.Ο.Ν.Α. «ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ», Αθήνα
Β΄ Παθολογική Ογκολογική Κλινική , Γ.Α.Ο.Ν.Α. «ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ», Αθήνα
Ο καρκίνος του μαστού εμφανίζεται συνήθως σε γυναίκες μεγαλύτερες των 40 ετών και ιδιαίτερα μετά την εμμηνόπαυση. Η εμφάνιση του σε νεότερης ηλικίας γυναίκες είναι σπανιότερη και καθίσταται εξαιρετικά σπάνια σε άτομα ηλικίας μικρότερης των 25 ετών.
Στην παρούσα μελέτη παρουσιάζουμε τα κλινικά και ιστολογικά χαρακτηριστικά 6 περιστατικών καρκίνου του μαστού ασθενών ηλικίας μικρότερης των 25 ετών που νοσηλεύτηκαν στην κλινική μας την τελευταία 8ετία.
Η αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών αποτελεί πρόκληση για τους θεράποντες ιατρούς αφενός γιατί η σπανιότητα τους δεν καθιστά ευχερή την έγκαιρη διάγνωση τους και την επιλογή της καλύτερης θεραπευτικής προσέγγισης, αφετέρου γιατί συνοδεύεται από πρόσθετες ειδικές για αυτή την ηλικιακή ομάδα επιπτώσεις.
Ε.Α. 38
Αυτολήψη (self-sampling) κολποτραχηλικού δείγματος για διενέργειαHPVDNAtestσε γυναίκες απομακρυσμένων περιοχών της Ελλάδας, με στόχο την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Πρόδρομα αποτελέσματα του Προγράμματος GRECOSELF.
Α. Τσερτανίδου, Κ. Χατζησταματίου, Β. Μοσχάκη, Κ. Πασέντσης, Ε. Μουχταροπούλου, Μ. Ντούλα, Α. Κίτσου, Κ. Σταματόπουλος, Θ. Αγοραστός και η Ομάδα Εργασίας του Προγράμματος Grecoself
Δ’ Μαιευτική-Γυναικολογική Κλινική Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης
Β’ Μαιευτική-Γυναικολογική Κλινική Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης
Νεογνολογική Κλινική ΕΣΥ, Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης
Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών, Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης, Θέρμη Θεσσαλονίκης
ΠΕΔΥ 25ης Μαρτίου Θεσσαλονίκη
Σκοπός:Σκοπός της παρούσας πολυκεντρικής μελέτης (ΠρόγραμμαGrecoself) είναι η διερεύνηση της δυνατότητας εφαρμογής, αποτελεσματικότητας και αποδοχής από γυναίκες που διαβιούν σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας με δύσκολη πρόσβαση σε Μονάδες Υγείας,της διαδικασίας αυτολήψης κολποτραχηλικού δείγματος για την ανίχνευση των ογκογόνων (hr) τύπων του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV), στο πλαίσιο προληπτικού ελέγχου για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας.
Μέθοδος: Γυναίκες ηλικίας 25-60 ετών, που διαμένουν σε απομακρυσμένους οικισμούς της χώρας με πληθυσμό μικρότερο των 5.000 κατοίκων και συνιστούν μέρος του πληθυσμού που δεν συμμετέχει τακτικά στον προληπτικό έλεγχο για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, προσεγγίζονται από μαίες, ενημερώνονται και συμμετέχουν σε προληπτικό έλεγχο βασιζόμενο στην διενέργεια HPVDNAtest σε κολποτραχηλικά δείγματα, τα οποία λαμβάνονται από τις ίδιες, βάσει οδηγιών, με απλή διαδικασία αυτολήψης (self-sampling). Κάθε γυναίκα, μετά την λήψη του δείγματος με απλό βαμβακοφόρο στειλεό σε στεγνή μορφή, συμπληρώνει ερωτηματολόγιο δημογραφικών στοιχείων, γυναικολογικού ιστορικού και αποδοχής της διαδικασίας αυτολήψης σε σύγκριση με την καθιερωμένη διαδικασία λήψης με χρήση κολποδιαστολέα και γυναικολογικής καρέκλας. Τα ληφθέντα δείγματα εξετάζονταικατόπιν για την ανίχνευση 14 hrHPVτύπων [16 & 18 (εξειδικευμένα), 31, 33, 35, 39, 45, 51, 52, 56, 58, 59, 66 και 68]με την μέθοδο cobas® HPV test(Roche). Όλες οι γυναίκες με θετικό HPV DNA test υποβάλλονται σε κολποσκόπηση. Επί μη φυσιολογικών ευρημάτων λαμβάνονται πολλαπλές βιοψίες από το παθολογικό τραχηλικό επιθήλιο και ακολουθεί αντιμετώπιση ανάλογα με τα ευρήματα.
Αποτελέσματα: Μεταξύ Ιουνίου 2016 και Φεβρουαρίου 2017, 6067 γυναίκες που διαμένουν σε απομακρυσμένες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης ελέγχθηκαν με την περιγραφείσα μέθοδο. Μέχρι στιγμής, στα υπάρχοντα αποτελέσματα 4905 δειγμάτων, ο hrHPVεπιπολασμός (351/4905, 7,15%) αντιστοιχούσε στα ανάλογα δεδομένα από την ελληνική επικράτεια. Από τις αναλογούσες 351 κολποσκοπήσεις, πραγματοποιήθηκαν μέχρι σήμερα 182. Eλήφθησαν βιοψίες σε 55 περιπτώσεις και διαγνώστηκαν ιστολογικά 10 περιπτώσεις με χαμηλού βαθμού ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία (CIN1), 19 περιπτώσεις με υψηλόβαθμη ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία (CIN2/3), μία περίπτωση αδενοκαρκινώματος του τραχήλου και μια περίπτωση ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας κόλπου (VAIN), στις οποίες ακολουθήθηκε η ενδεδειγμένη θεραπευτική διαδικασία.Tα παραπάνω αποτελέσματα αναλογούν σε επίπτωση των υψηλόβαθμων αλλοιώσεων και διηθητικού καρκίνου του τραχήλου περίπου 0,8%, ποσοστό το οποίο επίσης αντιστοιχεί στο αναμενόμενο για απομακρυσμένες περιοχές της χώρας μας.
Σχεδόν το σύνολο των γυναικών (92,2% – 96,8%) θεώρησε τη διαδικασία αυτολήψης πολύ εύκολη ή εύκολη και ένιωσε πολύ άνετα ή άνετα κατά τη διαδικασία, θα προτιμούσε δε σαφώς την διαδικασία αυτολήψης σε σχέση με την λήψη από επαγγελματία υγείας με χρήση κολποδιαστολέα και γυναικολογικής καρέκλας..
Συμπέρασμα: Η διαδικασία αυτολήψης κολποτραχηλικού δείγματος για διενέργεια HPVDNAtest με σκοπό την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας είναι εφαρμόσιμη, εύκολη, καλά ανεκτή και προτιμητέα για την γυναίκα σε σχέση με την λήψη από επαγγελματία υγείας, είναι δε αξιόπιστη ως προς την αποτελεσματικότητά της για την ανίχνευση γυναικών με υψηλόβαθμη αλλοίωση ή καρκίνο στον τράχηλο της μήτρας.
Ε.Α. 39
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ
Δέμη Μ, Ευαγγελοπούλου Β, Βυζικίδου Β, Βογιατζή Δ, Λυρώνη Α, Μπεχράκη Β, Βαρδαβάς Κ, Τζώρτζη Α, Μπεχράκης Π
Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας, Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος
Ερευνητικό Εργαστήριο Georged. behrakis, Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία
Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών, Ακαδημία Αθηνών
Εισαγωγή – Σκοπός:Η πρόληψη και η διακοπή του καπνίσματος είναι οι δύο βασικοί τρόποι για την αντιμετώπιση της επιδημίας του καπνίσματος. Η πρόληψη του καπνίσματος αφορά τη σχολική κοινότητα που περιέχει διάφορες ηλικιακές ομάδες, οι οποίες χρήζουν διαφορετική προσέγγιση.
Υλικό – Μέθοδος: Η εκπαιδευτική παρέμβαση προαγωγής υγείας και πρόληψης του καπνίσματος, (SmokeFreeGreece) προβάλλοντας τον υγιεινό τρόπο ζωής και την άθληση σε συνδυασμό με το μη κάπνισμα, έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα. Η δράση αυτή περιλαμβάνει ετήσια μαθητικά συνέδρια, προληπτικές παρεμβάσεις για το κάπνισμα σε μαθητές Ε’ και Στ’ Δημοτικού, σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου και Α’ Λυκείου.Επίσης, περιλαμβάνει παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού, βιωματικά σεμινάρια για εκπαιδευτικούς και συνεργασίες με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις για την πρόληψη του καπνίσματος (π.χ. Σύμπλευση).
Αποτελέσματα: Το πρόγραμμαSmokeFreeGreeceλειτουργεί επτά έτη κι έχουν συμμετάσχει περισσότεροι από 19.500 μαθητέςΠρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και 1.050 σχολεία πανελλαδικά. Μέσω των βιωματικών σεμιναρίων έχουν εκπαιδευτεί 1.750 εκπαιδευτικοί. Το εκπαιδευτικό υλικό του προγράμματος έχει διανεμηθεί σε περισσότερους από 285.000 μαθητές. Σε συνεργασία με τη Μ.Κ.Ο. Σύμπλευση έχουν πραγματοποιηθεί παρεμβάσεις σε 13 ακριτικά νησιά: στους Λειψούς, στους Αρκιούς, στην Κίμωλο, στη Φολέγανδρο, στη Σίκινο, στη Σχοινούσα, στη Θηρασιά, στην Κάσο, στην Ικαρία, στο Αγαθονήσι, στον Άγιο Ευστράτιο, στην Πάτμο και στη Γαύδο. Οι παραπάνω δράσεις υποστηρίζονται από ένα ετήσιο μαθητικό συνέδριο με τον τίτλο «Παιδεία Για Έναν Κόσμο Χωρίς Κάπνισμα» που πραγματοποιείται από το 2010.
Συμπεράσματα: Η εκπαιδευτική παρέμβαση SmokeFreeGreeceέχει καλύψει ένα σημαντικό ποσοστό των Ελλήνων μαθητών. Μία πρώτη θετική εξέλιξη προς την κατεύθυνση των ενεργειών μας, είναι ότι ο επιπολασμός του καπνίσματος στην ηλικιακή ομάδα των 16-24 ετών στην Ελλάδα, μεταξύ του 2009 και του 2014, σημείωσε μείωση της τάξης του 33,3% (Ελληνική Στατιστική Αρχή, 2016)